Γράψαμε :

Επικαιρότητα (87) Καλλιτεχνική γωνιά (16) Η ποίηση βρίσκεται παντού (12) Διαχρονικά και άλλα (9) Με αφορμή ένα κιθαριστικό κομμάτι (9) Οι μαθητές γράφουν (9) Ένα όνειρο (8) Αφιερώματα (8) Ξεκινώντας από μια συνέντευξη (8) Ένας ξένος στην οικογένεια μας (7) Προσωπικά αντικείμενα (6) Σεμινάρια (6) Εκδηλώσεις (5) Ιστορία για καληνύχτα (5) Οδηγίες Χρήσης (5) Παρωδία ενός κλασικού παραμυθιού (5) Όμορφος / Όμορφη (4) Αφίξεις - Αναχωρήσεις (4) Λόγου τεχνήματα (4) Ορισμός συγγραφέα (4) Παιδί και εκπαίδευση (4) άσκηση: Μυστήριο στο Μεταίχμιο (4) SMS : Αγάπη μου τελειώσαμε ... (3) Άσκηση: Μια ιστορία με τις λέξεις μπαούλο (3) Δρυίδων έργα (3) Ιστορίες με ζώα (3) Σεμινάριο δημιουργικής γραφής και ανάγνωσης για παιδιά. Πολυχώρος. Γράφουμε αστυνομικές ιστορίες (3) Χειροποίητα βιβλία (3) Για τη γραφή (2) Διαγωνισμοί (2) Ιστορίες της κρίσης (2) Καλοκαιρινά (2) Φιλαναγνωσία στα σχολεία (2) Ψυχανάλυση και λογοτεχνία (2) Βιβλία (1) Εργαστήριο δημιουργικής γραφής και ανάγνωσης για παιδιά (1) Η πρώτη μου ανάμνηση (1) Κριτική (1) Μαθητών έργα (1) Μεταίχμιο 2013 (1) Μεταμορφώσεις (1) Μια ιστορία (1) Περί ευτυχίας (1) Προσκλήσεις (1) Συγγραφείς στα σχολεία (1) Τα καλά νέα (1) σοφίτα (1) φάντασμα (1)

Ο εσωγήινος

(Εκείνο το πρωί, όταν ξύπνησε ο Νέιτ, το Αντίθετο κρεμόταν απ' το ταβάνι και τον κοίταζε επίμονα. Κι από εκείνη τη στιγμή η μέρα του Νέιτ ήρθε τα πάνω κάτω με τον πιο απίθανο τρόπο.)

Της Ερμιόνης Κοντολαιμάκη



Βέβαια δεν ήταν η πρώτη φορά που το είχε δει και είχαν κοιταχτεί. Δύο μέρες πριν ήταν που το είχε δει, αλλά όχι στο κέντρο στο ταβάνι, μα στη γωνία του ταβανιού λίγο πιο δεξιά από το κρεββάτι του. Είχε ξυπνήσει για να πάει να πιεί νερό. Το είχε δει πάλι να τον κοιτάζει έτσι επίμονα. Έτριψε τα μάτια του ο Νέιτ μήπως και ήταν της φαντασίας του και μόλις τα ξανάνοιξε δεν υπήρχε τίποτε στο ταβάνι. Του φάνηκε κάπως περίεργο, μα δεν έδωσε σημασία. Τώρα τελευταία βλέπει παράξενα όνειρα, μα το περίεργο είναι πως στα όνειρά του αυτά κυκλοφορεί το Αντίθετο και έχει την αίσθηση ότι τον παρακολουθεί και περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να του μιλήσει. Όχι, όχι όμως αυτή τη φορά με το που άνοιξε τα μάτια ήταν εκεί και όσο και αν τα έτριβε δεν έφευγε.

Δεν έμοιαζε στο Νέιτ αλλά ταυτόχρονα του έμοιαζε. Ο Νέιτ είχε σγουρά καστανά μαλλιά και εκείνο ίσια και ξανθά. Ο Νέιτ επίσης, είχε καστανά μάτια, στρογγυλό πρόσωπο και σκούρο δέρμα. Ήταν ψηλός για την ηλικία του και φορούσε πυτζάμες με κίτρινα, μπλε και κόκκινα παγόβουνα. Το Αντίθετο έχει πράσινα μάτια, λεπτό πρόσωπο με λευκή επιδερμίδα γεμάτο φακίδες και φορούσε γκρι πυτζάμες. Τόσο πολύ δεν του έμοιαζε, θα έλεγε κανείς ότι είναι το ακριβώς αντίθετο από τον Νέιτ. Ωστόσο, έκανε ακριβώς τις ίδιες κινήσεις με το Νέιτ, τους ίδιους μορφασμούς, ακόμη και όταν ο Νέιτ ανοιγόκλεινε τα μάτια του, τα ανοιγόκλεινε και εκείνο.

 Κοιταζόντουσαν για κάμποση ώρα χωρίς να μιλήσει κανένας. Περίμενε ο Νέιτ να μιλήσει πρώτο το Αντίθετο, μέχρι που η αγωνία του είχε μεγαλώσει τόσο...

-Καλημέρα, είπε ο Νέιτ με ένα συνοδευτικό χασμουρητό.

-Καληνύχτα, απαντάει το Αντίθετο.

-Μα είναι μέρα, είναι πρωί, έχει φως, είναι η ώρα που λέμε καλημέρα!

-Ναι αλλά, εγώ τα βλέπω όλα σκοτεινά. Μπορείς να με βοηθήσεις να κατέβω από 'δώ πάνω;

-Μα πώς; Δε μπορώ να φτάσω τόσο ψηλά. Μπορείς να πηδήξεις στη βιβλιοθήκη και μετά στο γραφείο και άλλο ένα πήδο και θα βρεθείς στο πάτωμα.

-Φοβάμαι...

-Εγώ δε θα φοβόμουν αν ήμουν στη θέση σου.

-Το ' ξέρω, αφού είμαι το Αντίθετό σου. Ότι εγώ φοβάμαι, εσύ δε το φοβάσαι. Γι' αυτό και είμαι εδώ για να με βοηθήσεις.

Ο Νέιτ σηκώθηκε από το κρεββάτι με ένα σάλτο κι ανέβηκε στη βιβλιοθήκη. Το είχε ξαναπροσπαθήσει και μια άλλη φορά που ήθελε να κατεβάσει το παιχνίδι με το κάστρο. Η μητέρα του είχε την κακή συνήθεια να το βάζει ψηλά. Έδωσε το χέρι του στο Αντίθετο και εκείνο το άρπαξε με μιας, μα ήταν τόσο απρόσεχτος που έπεσε κατευθείαν στο πάτωμα. Περίεργο αλλά δεν χτύπησε. Κατέβηκε και ο Νέιτ πατώντας με πολύ προσοχή στο κάθε ράφι της βιβλιοθήκης και μετά στο γραφείο και βρέθηκαν ο ένας απέναντι από τον άλλο. Ήταν ψηλό και λεπτό, σε αντίθεση με τον Νέιτ που ήταν κοντός και παχύς.

-Έρχομαι από πολύ βαθιά μέσα στη γη. Εκεί ήταν το σπίτι μου. Εκεί έμενα με τους γονείς και την αδερφή μου, μέχρι που ήρθε μια μπουλντόζα και έσκαψε τόσο βαθιά που καταστράφηκε το σπίτι μας. Από τότε μένω στα όνειρα των παιδιών μέχρι να βρω το ακριβώς αντίθετό μου. Λίγες μέρες πριν έρθει η μπουλντόζα μου είχε πει ο πατέρας μου, πως αν ποτέ χωριζόμασταν ξαφνικά, όπως και έγινε, τότε για να γίνω κανονικό αγόρι και να ζω πάνω από τη γη θα πρέπει να βρω το αντίθετό μου, για να με βοηθήσει να μην είμαι αντίθετος. Έχω μείνει στο όνειρο του Τζέικομπ, του Τόνυ και της Έβελυν άλλα και οι τρεις δεν ήταν αντίθετοι από εμένα. Μέχρι που έμεινα στα δικά σου όνειρα. Έτσι σε γνώρισα και κατάλαβα πως είσαι το αντίθετό μου.

-Περίμενε μια στιγμή γιατί όλα αυτά που λες μου φαίνονται τόσο μα τόσο απίθανα. Δεν ήξερα ότι υπάρχουν άνθρωποι που μένουν βαθιά μέσα στη γη.

-Είμαστε εσωγήινοι! Και εσείς είστε εξωγήινοι. Βλέπεις και πάλι πόσο αντίθετοι είμαστε!

-Φαντάζομαι δε σε λένε Αντίθετο, ε;

-Όχι, βέβαια. Ο πατέρας μου συμφώνησε με τη μητέρα μου να με φωνάζουν Κίκο.

-Κίκο... περίεργο όνομα. Και τώρα δηλαδή μου λες ότι θες και εσύ να μην είσαι πλέον αντίθετος εσωγήινος, αλλά να γίνεις εξωγήινος. Δηλαδή σαν και εμένα;

-Ναι, τό 'πιασες!

-Πρώτα – πρώτα θα ήθελα να μη φοράω αυτές τις γκρι πυτζάμες.

 Και κατευθείαν ο Νέιτ άνοιξε τη ντουλάπα και του έδωσες τις δεύτερες που έχει, εκείνες με τα κίτρινα, μπλε και κόκκινα νησιά. Τις δοκίμασε κατευθείαν ο Κίκο κοιτώντας τον εαυτό του στον καθρέπτη. Αν και του ήταν αρκετά φαρδιές αλλά και κοντές, δε πίστευε τον εαυτό του στον καθρέπτη που άλλαξε τόσο πολλή η όψη του.

-Τώρα πάμε να πλύνουμε το πρόσωπό μας και να φάμε πρωινό. Σίγουρα κάτι θαυμάσιο θα έχει φτιάξει η μητέρα μου. Συνήθως βέβαια τρώμε αυγά και τοστ μαζί με γάλα. Ελπίζω να σου αρέσουν.

-Εμείς για πρωινό στο σπίτι μας τρώγαμε πατάτες και καρότα τηγανητά με ζωμό από γλυκόριζες. Ήταν μια από τις καλύτερες λιχουδιές! Δεν έχω φάει ποτέ αυγά και ούτε που ξέρω τί είναι το τοστ.

-Απίστευτο! Τότε είμαι σίγουρος πως θα εντυπωσιαστείς! Έλα πάμε, έχω αγωνία να σε γνωρίσω στους γονείς μου!



Αφού έπλυναν το πρόσωπό τους κατέβηκαν τα σκαλιά και τρέχοντας ο Νέιτ φώναξε στη μητέρα του ότι έρχεται μαζί του για πρωινό και ο νέος του φίλος ο Κίκο.

-Μαμά, να σου γνωρίσω τον φίλο μου τον Κίκο, είπε δείχνοντάς τον.

-Μα ποιόν εννοείς; ρώτησε η μητέρα του, καθώς δεν έβλεπε κανένα άλλο στη κουζίνα εκτός από τον Νέιτ.

-Μα, δεν το βλέπεις; Πειράζει που του δάνεισα τις πυτζάμες μου;

-Πάλι δεν έπλυνες το πρόσωπό σου και μου φαίνεται ακόμη δεν έχεις ξυπνήσει και ονειρεύεσαι ανθρώπους που δεν υπάρχουν. Πήγαινε σε παρακαλώ να πλυθείς και έλα να φάμε πρωινό.

Ο Νέιτ νευρίασε τόσο πολύ που έφυγε και πήγε κατευθείαν στο δωμάτιο του μαζί με τον Κίκο, κλείνοντας με δύναμη την πόρτα πίσω του.

-Μα δεν καταλαβαίνω. Γιατί η μητέρα μου δε σε έβλεπε;

-Δε ξέρω, είναι όντως περίεργο.

-Δε με νοιάζει, ας μη φάμε πρωινό. Μπορούμε να κάτσουμε στο δωμάτιό μου και να παίξουμε.

-Τέλεια! Μπορώ να σου δείξω ένα παιχνίδι που σίγουρα δεν έχεις ξαναπαίξει. Το παίζαμε συνέχεια με την αδερφή μου. Λέγεται “Κάτω – Πάνω”.

Πήρε θέση στη γωνιά δίπλα στην ντουλάπα ο Κίκο και κλείνοντας τα μάτια του, άρχισαν όλα τα πράγματα μέχρι και τα έπιπλα να αλλάζουν θέση. Πρώτα το πόμολο της πόρτα μετακινήθηκε προς τα πάνω. Μετά το πάτωμα από κάτω που ήταν άλλαξε θέση με το ταβάνι και ήρθανε κάτω πάνω. Το κρεββάτι αναποδογύρισε, οι παντόφλες κρεμάστηκαν από το πάτωμα που ήταν πλέον στη θέση του ταβανιού, το αερόστατο φωτιστικό δεν κρεμόταν πλέον αλλά ήταν ακουμπισμένο στο ταβάνι που ήταν στη θέση του πατώματος και όλα τα αεροπλανάκια που την προηγούμενη ακριβώς στιγμή ήταν τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο πάνω σε ένα ράφι της βιβλιοθήκης, πλέον βρίσκονταν κάτω στο ταβάνι. Ωστόσο το γραφείο, τα παιχνίδια, ο καθρέπτης, η βιβλιοθήκη με τα βιβλία και το παράθυρο ήταν ακόμη στην ίδια θέση. Εκείνη τη στιγμή, ο Κίκο άνοιξε τα μάτια του και βλέποντας τί είχε καταφέρει, άρχισε να γελάει τόσο πολύ που τον πόνεσε η κοιλιά του.

-Τα κατάφερα! Έλα δοκίμασε και εσύ. Δεν είναι δύσκολο. Αρκεί να κλείσεις τα μάτια σου και να σκεφτείς που θα ήθελες εσύ να είναι όλα αυτά τα αντικείμενα. Πρέπει όμως να σκέφτεσαι μόνο αυτό. Τίποτε άλλο!

Ο Νέιτ, που καλά καλά δεν είχε καταλάβει τι ακριβώς είχε συμβεί, έκλεισε τα μάτια του και σκεφτόταν το γραφείο να στέκεται στον δεξί πλαϊνό τοίχο, τα παιχνίδια να είναι στον αέρα και να πετάνε όλα μαζί, τον καθρέπτη κολλημένο στο πάνω πάτωμα  όπως και το παράθυρο, και τη βιβλιοθήκη με τα βιβλία κάτω από το κρεββάτι. Χωρίς να ανοίξει τα μάτια του άκουγε θορύβους σαν να μετακινούνται πράγματα. Τα κρατούσε πολύ σφιχτά κλεισμένα, γιατί φοβόταν πως αν τα άνοιγε δε θα τα κατάφερνε. Μόνο όταν σταμάτησαν οι θόρυβοι κατάλαβε πως πρέπει να τα είχε καταφέρει, οπότε και άνοιξε τα μάτια του. Είδε έναν ιππότη από το κάστρο του να έρχεται κατευθείαν πάνω του και έσκυψε για να αποφύγει τη σύγκρουση. Αυτό και αν ήταν απίθανο! Δε θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί ότι θα δεχόταν επίθεση από τον ιππότη του. Η αλήθεια είναι πως τίποτε από αυτά δεν είχε ποτέ φανταστεί. Όλα τα πράγματα είχαν πάρει τις θέσεις που είχε σκεφτεί. Δεν μπορούσε να καταλάβει πως έγινε αυτό.

-Πως σου φαίνεται, σου αρέσει αυτό το παιχνίδι; τον ρώτησε με αγωνία ο Κίκο.

Μα ο Νέιτ είχε σαστίσει τόσο πολύ που δε μπορούσε να βγάλει λέξη. Μόνο στεκόταν με τα μάτια γουρλωμένα, προσπαθώντας να πιστέψει αυτό που έβλεπε.

-Μα είναι πραγματικά απίστευτο, ίσα που μπόρεσε να πει.

-Όλα τα εσωγήινα παιδιά όταν είναι έξι και εφτά χρονών μπορούν να το παίξουν αυτό το παιχνίδι. Δεν ήξερα αν και εσύ μπορούσες. Να όμως που μπορείς.

-Δηλαδή μπορώ πάλι να αλλάξω τη θέσεις τους;

-Και βέβαια μπορείς, μέχρι να έρθει η ώρα που πρέπει να κοιμηθείς.

-Έχουμε δηλαδή όλη τη μέρα μπροστά μας να παίζουμε.

-Τώρα που το λες, επιτέλους βλέπω και εγώ φως, είπε ο Κίκο που μέχρι εκείνη τη στιγμή παρασυρμένος από το παιχνίδι, δεν είχε καταλάβει ότι είχε αρχίσει να αλλάζει.

Τα μάτια του έγιναν καστανά, όπως και τα μαλλιά του. Έφυγαν οι πολλές φακίδες, μα το σπουδαιότερο ήταν πως πλέον δεν έβλεπε σκοτάδι, αλλά το φως του ήλιου. Αυτό ήταν! Έπρεπε να βρει το αντίθετό του και να παίξει μαζί του, ώστε να μπορέσει να γίνει κανονικός και όχι αντίθετος. Χάρηκε τόσο πολύ που έκλεισε τα μάτια του και σκέφτηκε τον εαυτό του να πετάει μέσα στο δωμάτιο. Τα είχε καταφέρει! Και πετούσε και ήταν και ίδιος πλέον με τον Νέιτ.

Τα δύο αγόρια συνέχιζαν να παίζουν μέχρι που άρχισε να σκοτεινιάζει.

-Σε ευχαριστώ πολύ, μα πρέπει να φύγω, είπε ο Κίκο.

-Όχι! Γιατί; Δε θέλω. Θέλω να μείνεις!

-Δε γίνεται να μείνω άλλο. Τώρα που έγινα σαν και εσένα, ίδιος και όχι αντίθετος, πρέπει να φύγω και να ψάξω να βρω και πάλι την οικογένεια μου. Φαντάζομαι και εκείνοι δεν θα είναι πλέον αντίθετοι.

-Και δε θα σε ξαναδώ; ρώτησε στεναχωρημένος πια ο Νέιτ.

-Μα δε θα πούμε “γειά”, αλλά “τα λέμε”, απάντησε ο Κίκο και έκλεισε συνομωτικά το μάτι στον Νέιτ. Δε σε πειράζει να κρατήσω τις πυτζάμες σου, ε;

-Όχι, μπορείς να τις πάρεις μαζί σου.

-Τα λέμε, τότε, Νέιτ!

-Τα λέμε Κίκο.

Έκλεισαν και οι δυο τους τα μάτια, μα όταν τα ξανάνοιξε ο Νέιτ, ο Κίκο δεν υπήρχε στο δωμάτιο, αλλά και όλα τα πράγματα ήταν στη θέση τους. Το δωμάτιο ήταν σα να μην είχε συμβεί τίποτε από όλα αυτά τα απίθανα. Μέχρι που ο Νέιτ απορούσε με τον εαυτό του, μήπως τα είχε φανταστεί. Μα ήταν τόσο πολύ κουρασμένος που ξάπλωσε και κοιμήθηκε κατευθείαν.

Το πρωί που ξύπνησε ακόμη όλα ήταν στη θέση τους. Ο Νέιτ ξαπλωμένος στο κρεββάτι προσπαθούσε να καταλάβει αν ήταν στη φαντασία του ή στο όνειρό του ότι είχε συμβεί. Σηκώθηκε, όμως γρήγορα από το κρεββάτι και πήγε κατευθείαν στη ντουλάπα, ψάχνοντας για την πυτζάμα του. Έψαξε στις κρεμάστρες, σε όλα τα συρτάρια και κλείνοντας και το τελευταίο χαμογέλασε κοιτώντας τον καθρέπτη. Η πυτζάμα δεν υπήρχε πουθενά.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ψάχνετε ακόμα ;

Φίλοι και γνωστοί !