Γράψαμε :

Επικαιρότητα (87) Καλλιτεχνική γωνιά (16) Η ποίηση βρίσκεται παντού (12) Διαχρονικά και άλλα (9) Με αφορμή ένα κιθαριστικό κομμάτι (9) Οι μαθητές γράφουν (9) Ένα όνειρο (8) Αφιερώματα (8) Ξεκινώντας από μια συνέντευξη (8) Ένας ξένος στην οικογένεια μας (7) Προσωπικά αντικείμενα (6) Σεμινάρια (6) Εκδηλώσεις (5) Ιστορία για καληνύχτα (5) Οδηγίες Χρήσης (5) Παρωδία ενός κλασικού παραμυθιού (5) Όμορφος / Όμορφη (4) Αφίξεις - Αναχωρήσεις (4) Λόγου τεχνήματα (4) Ορισμός συγγραφέα (4) Παιδί και εκπαίδευση (4) άσκηση: Μυστήριο στο Μεταίχμιο (4) SMS : Αγάπη μου τελειώσαμε ... (3) Άσκηση: Μια ιστορία με τις λέξεις μπαούλο (3) Δρυίδων έργα (3) Ιστορίες με ζώα (3) Σεμινάριο δημιουργικής γραφής και ανάγνωσης για παιδιά. Πολυχώρος. Γράφουμε αστυνομικές ιστορίες (3) Χειροποίητα βιβλία (3) Για τη γραφή (2) Διαγωνισμοί (2) Ιστορίες της κρίσης (2) Καλοκαιρινά (2) Φιλαναγνωσία στα σχολεία (2) Ψυχανάλυση και λογοτεχνία (2) Βιβλία (1) Εργαστήριο δημιουργικής γραφής και ανάγνωσης για παιδιά (1) Η πρώτη μου ανάμνηση (1) Κριτική (1) Μαθητών έργα (1) Μεταίχμιο 2013 (1) Μεταμορφώσεις (1) Μια ιστορία (1) Περί ευτυχίας (1) Προσκλήσεις (1) Συγγραφείς στα σχολεία (1) Τα καλά νέα (1) σοφίτα (1) φάντασμα (1)

«Πέρα από το τείχος»

(Γράφτηκε από την Μελίνα)



«Έχω βαρεθεί να μου λέτε όλοι τι να κάνω! Θέλω να δω τον ήλιο,
να μυρίσω τον καθαρό αέρα.. Να βγω πέρα από το τείχος!» 
«Μικρή μαζέψου! Δεν μπορείς να βγεις έξω. Η ζωή για μας τα μυρμήγκια 
είναι πολύ επικίνδυνη.» της απάντησε με ύφος παντογνώστη ο αδερφός της. 
Η Μαξίμ όμως το είχε πάρει απόφαση. Όταν το παιδί των ανθρώπων θα 
ερχόταν να σκαλίσει τη φωλιά τους, θα εκμεταλλευόταν τον πανικό των 
άλλων και θα το έσκαγε! Η ώρα κυλούσε αργά και η μικρή μας φίλη 
ανυπομονούσε για την ηρωική της έξοδο. 


«Γρήγορα- χρειαζόμαστε βοήθεια στη πάνω πτέρυγα!!» ο στρατηγός φώναζε 
παθιασμένα, καθώς το πάνω τείχος κατέρρεε. Η Μαξίμ προσπαθούσε 
απεγνωσμένα να βρει ένα ασφαλές πέρασμα για να βγει έξω, αλλά κανένα 
δεν έδειχνε πρόθυμο να τη διευκολύνει, έτσι κι αυτή, όρμισε θαρραλέα σε 
μια τρύπα που βρήκε μπροστά της και…

Τα πρώτα τις βήματα στον έξω κόσμο ήταν τυφλά. Ο ήλιος, της φάνηκε τόσο 
λαμπερός που για λίγα δευτερόλεπτα, λίγα τρομακτικά δευτερόλεπτα, πίστεψε 
πως δε θα έβλεπε ποτέ το γαλάζιο του ουρανού και το ασημί του φεγγαριού. 
Παρ’ όλα αυτά συνέχισε να τρέχει και τότε ήταν που το τοπίο καθάρισε. Οι 
ηλιαχτίδες άγγιζαν τρυφερά τα πέταλα των λουλουδιών κάνοντας τις τελευταίες 
δροσοσταλίδες να γλιστρήσουν ποτίζοντας τις διψασμένες ρίζες τους. Ένα 
επιφώνημα ενθουσιασμού ξέφυγε απ’ τα χείλι της και τότε ένας πράσινος όγκος 
γύρισε προς το μέρος της «Παράτα με εντάξει! Ωχ, συγνώμη.. », είπε η κάμπια 
«Εεεε, ποια είσαι;» τη ρώτησε η μικρή. «Με λένε Μπιούτι, εσένα;» «Μαξιμ!» 
είπε όλο καμάρι, νιώθοντας για πρώτη φορά τη δύναμη του ονόματός της. 
«Μα τι κάνεις μόνη σου; Εσείς τα μυρμήγκια συνήθως κυκλοφορείτε σε ομάδες» 
« Θα σου πω κάτι, αλλά δεν θα το πεις σε κανέναν εντάξει;» «εντάξει» της 
απάντησε. «Το ’χω σκάσει απ’ το σπίτι επειδή …»

Τρεις μέρες μετά οι δύο φίλες εξερευνούσαν ακόμη το κήπο, άλλωστε δεν είναι 
εύκολο για ένα μυρμήγκι και μια κάμπια να το διασχίσουν ολόκληρο. Το χορτάρι 
ήταν τόσο ψηλό που για να δουν πιο πέρα, έπρεπε να σκαρφαλώσουν στη κορυφή 
του! Είχαν γνωρίσει κάθε είδους έντομα και αγριολούλουδα, τόσα πολλά, που είχαν 
χάσει το μέτρημα.

Εκείνο το βράδυ, είχαν ξαπλώσει σε μια μοβ τουλίπα και χάζευαν την κόκκινη 
πανσέληνο. «Για ποια με είχες περάσει τη μέρα που γνωριστήκαμε;». Η Μπιούτι 
κατάλαβε πως εννοούσε εκείνο το ‘‘Παράτα με!’’ που της είχε πει. «Νόμιζα ότι 
ήσουν η Γκέρλστρεγκ, μια μαύρη πεταλούδα που μεταμορφώθηκε πριν από εμένα 
και τώρα με κοροϊδεύει…», η Μαξιμ, προς μεγάλη της έκπληξη, έβαλε τα γέλια. 
«Είσαι με τα καλά σου;;» της είπε όταν σταμάτησε να τρέμει απ’ τα χαχανητά. 
«Παίρνεις στα σοβαρά τα λόγια μιας πεταλούδας με μαύρα φτερά!;». Η Μπιούτι 
ένοιωσε τελείως ανόητη… «Πως δεν το είχα σκεφτεί νωρίτερα… Με ζηλεύει 
επειδή εγώ μπορεί να έχω πιο φανταχτερό χρώμα από ‘κείνη!»Το άλλο πρωί, 
ξεκαβάλησαν το λουλουδένιο στρώμα και συνέχισαν την περιπέτειά τους. 
Πέρασαν από τη λίμνη που κολυμπούσε ο Ρύνος ο γυρίνος, το δέντρο που λιαζόταν 
η Άτα η γάτα και φτάσανε στα πράσινα κάγκελα, που σήμαιναν το τέλος του κήπου, 
και στεκόταν … Ο Άκης ο κοράκης! «ΤΡΕΧΑ!!», φώναξε η Μπιούτι και πριν καλά 
καλά προλάβουν να κρυφτούν αυτός άνοιξε τα φτερά του και σκίζοντας τον ουρανό 
όρμισε κατά πάνω τους! «Γρήγορα Μαξίμ, σκάψε μια τρύπα να κρυφτούμε, εγώ θα 
τον καθυστερήσω!» και χωρίς να καταφέρει να την εμποδίσει εκείνη έτρεξε προς το 
μέρος του…

Δεν μπορούσαν να πιστέψουν, πως κατάφεραν να γλιτώσουν. «Την επόμενη φορά 
μην βγεις εκεί έξω απροστάτευτη, με κοψοχόλιασες!»…

Τώρα η Μαξίμ, είχε καταλάβει τι θα πει να ζεις στην άγρια φύση, ήταν καιρός να 
γυρίσει σπίτι… «Ξέρεις, νομίζω πως πρέπει να επιστρέψω στην οικογένειά μου, θα 
έχουν ανησυχήσει πολύ… αλλά αν θες μπορείς να μείνεις μαζί μας!» «Αχ Μαξίμ, 
θα το ήθελα πολύ αλήθεια, όμως έχει έρθει η ώρα να μεταμορφωθώ και όσες μέρες 
θα βρίσκομαι στο κουκούλι χρειάζομαι ήλιο..» «ΜΕΡΕΣ!; Πόσες μέρες;» «Δεν ξέρω 
ακριβώς… το μόνο που ξέρω είναι ότι θα βγω όταν το κουκούλι θα έχει μαυρίσει 
πολύ.» Πόσες μέρες θα μπορούσε να αντέξει χωρίς την Μπιούτι; Και αν όταν γινόταν 
πεταλούδα τη ξέχναγε; Με αυτές τις σκέψεις την πήρε ο ύπνος και το άλλο πρωί ήταν 
μόνη της, προφανώς πήγε να μεταμορφωθεί χωρίς να την αποχαιρετήσει…

Η οικογένειά της, αφού την κατσάδιασε, κατάλαβε πόσο σημαντικό ήταν για αυτήν να 
βγαίνει έξω και της επέτρεψαν να πηγαίνει βόλτες, αρκεί να ξέρουν που είναι. Αλλά 
γιατί να βγαίνει αν δεν είχε τη φίλη της κοντά της;

Οι μέρες περνούσαν και η Μαξίμ είχε αρχίσει να ανησυχεί και αν την έφαγε ο Άκης 
όσο ήταν παγιδευμένη στο κουκούλι της; Οι σκέψεις αυτές τη βασάνιζαν ώσπου 
μπροστά της εμφανίστηκε μια περήφανη πεταλούδα με όλα τα χρώματα του 
ηλιοβασιλέματος. «Τι χαμπάρια Μαξίμ;». «ΜΠΙΟΥΤΙ! Ουάου, είσαι υπέροχη» και 
έτρεξε να την αγκαλιάσει. «Μου έλειψες τόσο πολύ!» «Και εμένα φιλενάδα.» «Αν 
σε δει η Γκερλστρεγκ θα σκάσει απ’ το κακό της!» είπε ενθουσιασμένη η Μαξιμ 
«Με είδε και δεν με αναγνώρισε! Εγώ τη χαιρέτησα και αυτή έβαλε τα κλάματα σα 
μωρό!» για ένα ατελείωτο λεπτό τη θαύμαζε απ’ της κεραίες ως τα πόδια και η 
Μπιούτι της είπε: «Τι λες πάμε μια βόλτα;» και έσκυψε. Η Μαξίμ ενθουσιασμένη 
ανέβηκε πάνω της και την επόμενη στιγμή βρέθηκαν στο καταγάλανο ουρανό,
επιτέλους μαζί, έτοιμες για τις ποιο τρελές περιπέτειες! Πέρα από το τείχος, πέρα 
από το κήπο και ίσως πιο πέρα από οπουδήποτε έχετε φανταστεί! 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ψάχνετε ακόμα ;

Φίλοι και γνωστοί !