Της Αρετής Τσαγκούλη
(Μικροί λάτρεις του αστυνομικού γράφουν…)
Πριν από πολλά χρόνια ζούσαν δυο αδέλφια. Ο Ούγκο και ο
Τσάνσπερ. Ήτα και οι δυο τους ανίκητοι στα αγωνίσματα των αυτοκινήτων. Όμως
ήταν και πολύ πλούσιοι και ο Ούγκο ήταν τσιγκούνης.
Μια μέρα, τα δυο αδέλφια περπατούσαν στην πόλη. Ο Ούγκο
ζήτησε από τον Τζάσπερ χρήματα για να πάρει Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Μετά από
λίγες μέρες, όμως, ο Τζάσπερ είπε στον Ούγκο:
«Ε, αδερφέ μου, τα χρήματα στα έδωσα για να πάρεις
Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Όχι για να γελάς!»
Ο Ούγκο έφυγε από το σπίτι θυμωμένος.
Μετά από λίγες μέρες, ακούστηκε η φήμη ότι γίνονταν κλοπές
στα χριστουγεννιάτικα μαγαζία.
Ο Τζάσπερ ήξερε πως εγώ ήμουν διάσημη ντετέκτιβ. Με φώναξε
αμέσως και μου είπε όλα όσα έγιναν από την στιγμή που έκαναν τον τελευταίο τους
αγώνα, μέχρι που έφυγε ο Ούγκο από το σπίτι.
Μια μέρα είδα τον Ούγκο να κλέβει τα πιο ακριβά πράγματα του
πιο κοντινού μαγαζιού. Όσο για τον ιδιοκτήτη; Τον είχε δέσει και τον είχε
χτυπήσει στο κεφάλι. Το είπα αμέσως στην αστυνομία και αυτοί μου είπαν ότι θα
ρωτούσαν τον ιδιοκτήτη του μαγαζιού. Αυτός του είπε να πάνε στον αγώνα
αυτοκινήτων.
Πήγα και κατάλαβα πως ο Ούγκο δεν ήτανε δίκαιος παίκτης.
Πετούσε πράγματα στα αυτοκίνητα! Όλοι τρόμαξαν. Οι οδηγοί που έμειναν άρχισαν
να πετάνε πράγματα από δω κι από κει.
Εγώ δεν τρόμαξα. Πήγα στην πίστα και του μίλησα αλλά αυτός
δε με άκουγε. Τότε αρπάζω ένα κουβά νερό απ’ τον πυροσβέστη και του το έριξα
στο κεφάλι κι ύστερα τον έδεσα με χειροπέδες.
Εδώ τελειώνει η ιστορία μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου