Γράψαμε :

Επικαιρότητα (87) Καλλιτεχνική γωνιά (16) Η ποίηση βρίσκεται παντού (12) Διαχρονικά και άλλα (9) Με αφορμή ένα κιθαριστικό κομμάτι (9) Οι μαθητές γράφουν (9) Ένα όνειρο (8) Αφιερώματα (8) Ξεκινώντας από μια συνέντευξη (8) Ένας ξένος στην οικογένεια μας (7) Προσωπικά αντικείμενα (6) Σεμινάρια (6) Εκδηλώσεις (5) Ιστορία για καληνύχτα (5) Οδηγίες Χρήσης (5) Παρωδία ενός κλασικού παραμυθιού (5) Όμορφος / Όμορφη (4) Αφίξεις - Αναχωρήσεις (4) Λόγου τεχνήματα (4) Ορισμός συγγραφέα (4) Παιδί και εκπαίδευση (4) άσκηση: Μυστήριο στο Μεταίχμιο (4) SMS : Αγάπη μου τελειώσαμε ... (3) Άσκηση: Μια ιστορία με τις λέξεις μπαούλο (3) Δρυίδων έργα (3) Ιστορίες με ζώα (3) Σεμινάριο δημιουργικής γραφής και ανάγνωσης για παιδιά. Πολυχώρος. Γράφουμε αστυνομικές ιστορίες (3) Χειροποίητα βιβλία (3) Για τη γραφή (2) Διαγωνισμοί (2) Ιστορίες της κρίσης (2) Καλοκαιρινά (2) Φιλαναγνωσία στα σχολεία (2) Ψυχανάλυση και λογοτεχνία (2) Βιβλία (1) Εργαστήριο δημιουργικής γραφής και ανάγνωσης για παιδιά (1) Η πρώτη μου ανάμνηση (1) Κριτική (1) Μαθητών έργα (1) Μεταίχμιο 2013 (1) Μεταμορφώσεις (1) Μια ιστορία (1) Περί ευτυχίας (1) Προσκλήσεις (1) Συγγραφείς στα σχολεία (1) Τα καλά νέα (1) σοφίτα (1) φάντασμα (1)

Η πριγκίπισσα κι ο νάνος

( Γράφτηκε από την Αγγελική )

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια βασιλοπούλα που ζούσε με τον
πατέρα της και τη μητριά της σ’ ένα μεγαλόπρεπο παλάτι. Το κορίτσι
αυτό ήταν όμορφο, πολύ όμορφο. Ψηλή, μελαχρινή με δυο μενεξεδιά
μάτια και τα πλούσια μαλλιά της να λούζουν τους αλαβάστρινους ώμους
και τα ολόλευκα της χέρια. Μόνο μια μικρή λεπτομέρεια της χάλαγε την
τόση ομορφιά: η μύτη της είχε μια τόση δα καμπουρίτσα και πάνω σ’ αυτήν 
ξεχώριζες μια κρεατοελιά, σαν αυτές που έχουν οι κακές μάγισσες των 
παραμυθιών. Όνειρό της ήταν να γίνει δεκαοχτώ, για να φτιάξει τη μυτούλας 
της με πλαστική επέμβαση. Τίποτα άλλο δεν την ένοιαζε παρά μόνο οι όμορφες 
βασιλικές φορεσιές και οι γοητευτικοί πρίγκιπες που φιγουράριζαν στα περιοδικά 
μόδας κι έψαχναν όμορφες νεαρές πριγκιποπούλες, για να παντρευτούν.

Η μητριά της, που την αγαπούσε καλύτερα κι από μητέρα, προσπαθούσε να τη 
συνετίσει κι όλο της έλεγε πως αξία στη ζωή έχει η καλοσύνη και η αγάπη και 
πως δε θα μπορέσει να προκόψει, αν ενδιαφέρεται μονάχα για την ομορφιά της. 
Μάλιστα εκείνη είχε έναν καθρέφτη που μπορούσε να βλέπει όλο τον κόσμο. 
Κάθε πρωί, μόλις ντυνόταν, χαμογελούσε και τον ρωτούσε:

- Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου, πες μου ποιος είναι ο καλύτερος άνθρωπος σε 
όλο το βασίλειο.

Κι ο καθρέφτης κάθε φορά της απαντούσε ποιος από τους υπηκόους είχε κάνει 
την καλύτερη πράξη εκείνη την ημέρα. Άλλοτε ήταν ο φούρναρης που δώρισε ένα 
καρβέλι ψωμί σε κάποια φτωχή οικογένεια, άλλοτε ένας περαστικός που βοηθούσε 
τους ηλικιωμένους να διασταυρώσουν το δρόμο, άλλοτε η ίδια η βασίλισσα που 
μεταμφιεζόταν σε γριά και μοίραζε φρούτα και λαχανικά σε όποιον τα είχε ανάγκη.
 Όμως αυτός ο καθρέφτης δεν έδειχνε ποτέ την ακριβή της κόρη, κάτι που τη 
στενοχωρούσε πολύ.

Μια μέρα λοιπόν, αφού είχαν φτάσει τα δέκατα όγδοα γενέθλια της μικρής, η 
βασίλισσα πήρε μιαν απόφαση: θα άφηνε την κόρη της να κάνει την επέμβαση 
αισθητικής, αρκεί αυτή να της αποδείκνυε ότι ήταν ικανή να κάνει μια πράξη αγάπης. 
Έτσι κι έγινε. Μια και δυο ξεκίνησε η βασιλοπούλα να πάει στο βασίλειο πέρα από 
το Δάσος του Καλού και του Κακού, που είχε τους καλύτερους πλαστικούς 
χειρουργούς. Παράλληλα, όμως υποσχέθηκε πως στο δρόμο της θα βοηθούσε όποιον 
την είχε ανάγκη.

Προχωρώντας μες στο Δάσος πάνω στο περήφανό της άλογο, είδε διάφορους 
ανθρώπους που τη χρειάζονταν, αλλά εκείνη δε λυπήθηκε κανέναν, γιατί- ξέχασα 
πάνω στη βιασύνη μου να σας πω πως- η πριγκίπισσα ήταν και ελαφρά κακομαθημένη. 
Η μητριά της, που κατάλαβε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, αποφάσισε με τη βοήθεια του 
μαγικού καθρέφτη να της δώσει ένα μάθημα. Κούνησε το μαγικό της ραβδάκι και 
φσττττ φύσηξε ένας άνεμος δυνατός που έκανε την κοπέλα να χάσει το δρόμο της.
 Το κορίτσι βυθιζόταν όλο και πιο βαθιά στο δάσος. Ο άνεμος πήρε την κάπα της, 
το φόρεμά της έμπλεξε στα κλαδιά ενός δέντρου και καταστράφηκαν οι φραμπαλάδες 
του. Το χτένισμά της χάλασε και η όψη της άλλαξε χρώμα.

Ώσπου κάποτε έφτασε σε ένα καλυβάκι. Καθώς ήταν κουρασμένη, αποφάσισε να 
μπει μέσα, αν και δεν ήταν του γούστου της. Μπαίνοντας αντίκρισε το πιο ακατάστατο 
και το πιο άσχημα διακοσμημένο σπίτι που είδε ποτέ της. Εκεί δε βρισκόταν κανείς 
παρά μόνο εφτά κρεβάτια άστρωτα κι ένα τραπέζι με εφτά λερωμένα πιάτα. Εκεί που 
η κοπέλα ετοιμαζόταν να φύγει τρέχοντας, άκουσε φασαρία και μια δυνατή φωνή πίσω 
της να της λέει:

«Α, εσύ πρέπει να είσαι η υπηρέτρια που ζητήσαμε». Και πριν προλάβει να αρθρώσει 
κουβέντα, είδε μπροστά της έξι γεροδεμένα και όμορφα παλικάρια, έξι πριγκιπόπουλα!

«Ε, μικρή! Χάζεψες;» η φωνή του πιο ψηλού την ξύπνησε από την ονειροπόλησή της.
 «Έλα, έλα να σου δείξουμε το σπίτι και να σου εξηγήσουμε τι πρέπει να κάνεις. Εγώ 
είμαι ο Δυνατός, κι αυτοί είναι ο Ψεύταρος, ο Κουτοπόνηρος, ο Τεμπέλης, ο Αλαζόνας, 
ο Νάρκισσος. Είμαστε οι πρίγκιπες των παραμυθιών και τριγυρνάμε στα δάση, ψάχνοντας 
για βασιλοπούλες. Αυτό είναι το σπίτι που σταματάμε, για να ξαποστάσουμε πότε πότε κι, 
όπως είπαμε και στο πρακτορείο εύρεσης εργασίας, δε θέλουμε και πολλά: να ασχολείσαι 
λίγο με την καθαριότητα, γιατί έχουμε πιάσει αράχνες και κατσαρίδες, να μαγειρεύεις 
και να μας ετοιμάζεις τις στολές μας».

Το κορίτσι έμεινε έκπληκτο και πριν προλάβει να συστηθεί, είδε να προβάλει διστακτικά, κουτσαίνοντας κι ασθμαίνοντας, κι ένας νάνος.

«Α, και αυτός είναι ο αδελφός μας, ο Καλόκαρδος. Κανονικά, θα ‘πρεπε να ‘ναι 
βάτραχος, αλλά κάτι δεν πήγε καλά κι έτσι έμεινε απλά νάνος».

«Εγώ είμαι η…» πήγε να ψελλίσει το κορίτσι, αλλά οι πρίγκιπες της είχαν γυρίσει ήδη 
την πλάτη και συζητούσαν για τη σωτηρία κάποιας ωραίας κοιμωμένης. Μόνο ο νάνος 
την κοιτούσε ακόμα και της χαμογελούσε με συμπάθεια.

Η μικρή απογοητευμένη καθώς ήταν, σκεφτόταν να φύγει, αλλά δεν ήξερε καν πού 
βρισκόταν και είχε ήδη νυχτώσει. Αποφάσισε λοιπόν να μείνει. Όμως για κακή της 
τύχη οι πρίγκιπες την έστρωσαν ήδη στη δουλειά, χωρίς να δείχνουν καμιά προθυμία 
να ακούσουν τις παρακλήσεις της. Σκούπισε, σφουγγάρισε, καθάρισε, λέρωσε τα 
όμορφα χέρια της που ποτέ πριν δεν είχαν αγγίξει το ξεσκονόπανο.

Η κοπέλα δεν κατάφερε να σκεφτεί κάτι για να αποδράσει κι έτσι κάθε μέρα ήταν 
αναγκασμένη να κάνει όλες αυτές τις δουλειές. Οι πρίγκιπες άφηναν στο σπίτι το 
νάνο, γιατί αυτός δεν μπορούσε να συμμετέχει στις περιπέτειές τους και για να 
επιβλέπει την καθαρίστρια. Παρ’ όλα αυτά, εκείνος ήταν μια ευχάριστη παρέα για 
την κοπέλα. Της έλεγε ιστορίες από τις περιπέτειες των αδελφών του, την έκανε να 
γελά με αστείες γκριμάτσες και ακροβατικά. Εξάλλου, ήταν ο μόνος που την πρόσεχε 
και δεν την μάλωνε, αν καμιά φορά εκείνη έκανε ζημιές στο σπίτι με τις αδέξιες 
κινήσεις της και την απειρία της.

Σε λίγο καιρό μάλιστα ο νάνος κέρδισε τόσο την εμπιστοσύνη της κοπέλας, που αυτή 
του αποκάλυψε την ταυτότητά της και την ιστορία της κι αυτός υποσχέθηκε να τη 
βοηθήσει. Οργάνωσαν ένα υπέροχο σχέδιο που θα έθεταν σε εφαρμογή μια μέρα 
που οι πρίγκιπες έλειπαν από το σπίτι. Όμως για κακή τους τύχη, εκεί που η 
πριγκίπισσα ήταν έτοιμη να φύγει από την πίσω πόρτα του σπιτιού, μεταμφιεσμένη 
και πλήρως εφοδιασμένη, ένας από τους πρίγκιπες γύρισε πίσω, για να πάρει κάτι 
που ξέχασε. Βλέποντας το νάνο αδελφό του να αποχαιρετά λυπημένος την κοπέλα, 
θύμωσε κι αμέσως έριξε ένα ξόρκι, αλλά επειδή δεν ήταν καλός στο σημάδι, χτύπησε 
τον αδελφό του κι όχι το κορίτσι. Ο νάνος έπεσε κάτω μαρμαρωμένος.

Τα αδέλφια φυσικά λυπήθηκαν γι’ αυτή την ατυχία, αλλά δεν τα έβαψαν και μαύρα.
Ήξεραν πως η γιατρειά θα ερχόταν κι ο νάνος θα ξύπναγε, μονάχα αν βρισκόταν μια 
όμορφη και νεαρή πριγκίπισσα να τον φιλήσει. Αλλά κάτι τέτοιο μάλλον φάνταζε 
αδύνατο στον παραμυθένιο κόσμο που ζούσαν.

Το νεαρό κορίτσι που φυσικά δεν κατάφερε τελικά να αποδράσει σκεφτόταν πώς θα 
μπορούσε να σώσει τον … παρ’ ολίγον σωτήρα της. Πήγαινε και ξαναπήγαινε πάνω 
από το γυάλινο κρεβάτι του και κοιτούσε το μακάριο ύπνο του νάνου, αλλά πάντα κάτι 
την εμπόδιζε. Πήγαινε κι ερχόταν, τον έβλεπε και τον λυπόταν. Σκεφτόταν και 
ξανασκεφτόταν ότι για το πάθημα του νάνου ήταν υπεύθυνη η ίδια κι έπειτα της έλειπε 
ο καλός της φίλος. Κι έτσι μια μέρα τ’ αποφάσισε!

Πήγε σιγά, κρυφά πάνω από το γυάλινο κρεβατάκι του και του έδωσε ένα φιλί. Ο νάνος 
μεμιάς άνοιξε τα μάτια του και σηκώθηκε πάνω χαρούμενος και γελαστός. Οι δυο τους 
κοιτάχτηκαν βαθιά στα μάτια, χαμογέλασαν και η πριγκίπισσα γονάτισε, για να μπορέσει 
να αγκαλιάσει σφιχτά τον αγαπημένο της, γιατί τότε συνειδητοποίησε πόσο βαθιά τον είχε 
ερωτευτεί.

Η μητριά της κοίταξε από την καθρέφτη την καλή της πράξη κι ένιωσε χαρά και 
αγαλλίαση να την πλημμυρίζουν. Δεν ξέρω να σας πω αν ο νάνος κι η πριγκίπισσα 
έζησαν ευτυχισμένοι, πάντως μπορώ να σας επιβεβαιώσω πως η πριγκίπισσα ποτέ 
δεν έκανε πλαστική εγχείριση στη μύτη της, γιατί αυτό ήταν το σημείο στο πρόσωπό 
της που ο νάνος έβρισκε μοναδικό και αξιολάτρευτο!

1 σχόλιο:

Ψάχνετε ακόμα ;

Φίλοι και γνωστοί !