Γράψαμε :

Επικαιρότητα (87) Καλλιτεχνική γωνιά (16) Η ποίηση βρίσκεται παντού (12) Διαχρονικά και άλλα (9) Με αφορμή ένα κιθαριστικό κομμάτι (9) Οι μαθητές γράφουν (9) Ένα όνειρο (8) Αφιερώματα (8) Ξεκινώντας από μια συνέντευξη (8) Ένας ξένος στην οικογένεια μας (7) Προσωπικά αντικείμενα (6) Σεμινάρια (6) Εκδηλώσεις (5) Ιστορία για καληνύχτα (5) Οδηγίες Χρήσης (5) Παρωδία ενός κλασικού παραμυθιού (5) Όμορφος / Όμορφη (4) Αφίξεις - Αναχωρήσεις (4) Λόγου τεχνήματα (4) Ορισμός συγγραφέα (4) Παιδί και εκπαίδευση (4) άσκηση: Μυστήριο στο Μεταίχμιο (4) SMS : Αγάπη μου τελειώσαμε ... (3) Άσκηση: Μια ιστορία με τις λέξεις μπαούλο (3) Δρυίδων έργα (3) Ιστορίες με ζώα (3) Σεμινάριο δημιουργικής γραφής και ανάγνωσης για παιδιά. Πολυχώρος. Γράφουμε αστυνομικές ιστορίες (3) Χειροποίητα βιβλία (3) Για τη γραφή (2) Διαγωνισμοί (2) Ιστορίες της κρίσης (2) Καλοκαιρινά (2) Φιλαναγνωσία στα σχολεία (2) Ψυχανάλυση και λογοτεχνία (2) Βιβλία (1) Εργαστήριο δημιουργικής γραφής και ανάγνωσης για παιδιά (1) Η πρώτη μου ανάμνηση (1) Κριτική (1) Μαθητών έργα (1) Μεταίχμιο 2013 (1) Μεταμορφώσεις (1) Μια ιστορία (1) Περί ευτυχίας (1) Προσκλήσεις (1) Συγγραφείς στα σχολεία (1) Τα καλά νέα (1) σοφίτα (1) φάντασμα (1)

Μ’ ΕΝΑ ΣΦΥΡΙΓΜΑ ΚΟΝΤΑ ΣΟΥ

(Γράφτηκε από την Εβίτα)


Εμένα που με βλέπετε με λένε Ιουλία και θα σας διηγηθώ μια δελφινο
-ιστορία. Πριν από δυο χρόνια γεννήθηκα εγώ, κάποιοι μπορεί να λένε
πως μόλις βγήκα απ’ το αυγό. Τα δελφίνια όμως γεννιούνται σαν μωρά
κι απ’ της μαμάς τους την κοιλιά βγαίνει πρώτα η ουρά.
Κάπως έτσι εμφανίστηκα κι εγώ, ήμουν το πρώτο τους παιδί, δεν είχα
αδερφό. Είχα μόνο μια μαμά όμορφη πολύ κι είχα και τον μπαμπά που
όλο της δάγκωνε τ’ αυτί. Οι τρεις μας κολυμπούσαμε, περνούσαμε ωραία,
ερχόντουσαν κι οι φάλαινες και κάναμε παρέα. Χταπόδια, μύδια, αχινοί
ήταν καλοί μας φίλοι, περίπου όπως είσαστε οι άνθρωποι κι οι σκύλοι.




Μια μέρα ο μπαμπάς με πήρε αγκαλίτσα. «Βλέπεις που φούσκωσε πολύ
της μαμάς σου η κοιλίτσα; Σε λίγο θα ‘χεις αδερφό γλυκιά μου Ιουλίτσα».
Της μαμάς την κοιλιά κι εγώ την είχα δει μα δεν περίμενα πως από μέσα
της θα έβγαινε παιδί. Κι ένα βράδυ του Αυγούστου με φεγγάρι φωτεινό
φάνηκε μία ουρίτσα απ’ της μαμάς μου το πλευρό.
Το είδα και συνέχισα στα κύματα να τρέχω, σκέφτηκα δεν θα ‘ναι άσχημα
ένα αδερφό να έχω. Γνώμη όμως άλλαξα όταν έφτασε η ώρα που έφερναν
οι συγγενείς μόνο για εκείνον δώρα. «Τι όμορφος και τι γλυκός, Αύγουστο
θα τον πείτε; Να’ ναι καλός και γρήγορος, να ζει, να τον χαρείτε.»
Για τον Αύγουστο άκουγα τον μπαμπά συνέχεια να μιλάει και ο μικρός δεν
έφευγε απ’ της μαμάς το πλάι.
«Εμένα δεν με θέλουνε, δεν μ’ αγαπάνε άλλο, σκέφτονται μόνο το μωρό,
όχι το παιδί τους το μεγάλο.»
Αυτά περνούσανε σας λέω απ’ το μυαλό μου και δεν είχα όρεξη καμιά να
κυνηγάω το φαγητό μου.
«Μαμά θέλω κι εγώ να πιω λιγάκι γάλα», της είπα ένα πρωί και τα μάτια της
έγιναν ακόμα πιο μεγάλα.
«Εσύ Ιουλία μου καλή είσαι πια δεσποινίδα, μπορείς ψάρια να κυνηγάς, δεν
θες άλλη φροντίδα.
Ο Αύγουστος είναι μωρό, να κολυμπά δεν ξέρει, αν δεν του δώσω τη θηλή
πεινά και υποφέρει. Μαζί εγώ κι εσύ, η αδερφή του η μεγάλη, θα του μάθουμε
γρήγορα να κολυμπά χωρίς να νιώθει ζάλη.
Θα του δείξουμε πως να σφυρά, ήχους γλυκούς να βγάζει, να τον ακούν οι
φίλοι του όταν τους πλησιάζει.»
Μια μέρα που μίλαγε η μαμά με τον Μεγάλο Τόνο, πήρα μαζί τον Αύγουστο
για δυο λεπτάκια μόνο. Αυτός κολύμπαγε αργά ανάμεσα στα φύκια, εγώ
πήγαινα γρήγορα κι είδα μπροστά μου δίκτυα. Τα δίκτυα ήτανε παλιά, είχαν
και μία τρύπα, μόλις την είδα εκεί μπροστά στον αδερφό μου είπα: «Εσύ στην
τρύπα αυτή χωράς, είσαι μικρός σαν στρείδι, μπορείς να μπεις, να ξαναβγείς,
να κάνουμε παιχνίδι.»
Εκείνος χαμογέλασε και τρύπωσε αμέσως, τόσο που ήτανε μικρός, χωρούσε
και καθέτως! Βγήκε λίγο αργότερα και ξαναμπήκε πάλι, μα τότε ήρθε αναποδιά
και ατυχία μεγάλη.
Οι ψαράδες άρχισαν τα δίκτυα να μαζεύουν, την τρύπα να μετακινούν κι εμάς
να μας παιδεύουν. Ο Αύγουστος κυνήγησε την τρύπα φοβισμένος, δεν έτρεχε
όμως γρήγορα κι έμενε εγκλωβισμένος.
Έξω από τα δίχτυα εγώ δεν έβρισκα τη λύση, μέχρι που μια ιδέα της στιγμής
ήρθε το μυαλό μου να φωτίσει.
Άρχισα τότε δυνατά συνέχεια να σφυρίζω, σφυρίγματα των δελφινιών να του
υπενθυμίζω.
Σε μια στιγμή τον έχασα μαζί με τα άλλα ψάρια, μαρίδες, σαρδέλες, αστακοί
και λίγα καλαμάρια.
Μόνο τα κλάματα ήθελα και τις φωνές να βάλω που εξαιτίας μου βρέθηκε ο
μικρός σε πρόβλημα μεγάλο.

Τότε ακούω τη μαμά: «Που είστε Ιουλία; Πρέπει να φάει ο μικρός, η ώρα πήγε
μία.»
Πήρα μια ανάσα δυνατή, της είπα την αλήθεια, έφυγε εκείνη γρήγορα να ψάξει
για βοήθεια.
«Να΄ ναι οι άνθρωποι καλοί να τον πετάξουν πίσω!» αυτά ευχόμουν μέσα μου
και έτρεχα ξοπίσω.
«Δεν ξέρει ο μικρός μου να σφυρά, ήχους να σχηματίσει, αν τον πετάξουν
μακριά πως θα ειδοποιήσει;»
Αυτά σκεφτόταν η μαμά και γρήγορα κολυμπούσε και την ουρά της σαν τρελή
πάνω κάτω κουνούσε. Στάθηκα λίγο πίσω, ήμουν λαχανιασμένη, ανέβηκα πάνω
στο νερό και έμεινα σαστισμένη. Είδα μια βάρκα στρογγυλή που έμοιαζε με
χύτρα κι ένα κορίτσι που έδινε στον Αύγουστο σφυρίχτρα!
«Τον βρήκα μόνο του εδώ να τριγυρίζει, ζήτησε τη σφυρίχτρα μου να μάθει να
σφυρίζει.» Αυτά μου είπε η μικρή που έκανε βαρκάδα. «Έμμα μην πας τόσο
βαθιά γιατί θα φας κατσάδα!»
Ήταν της Έμμας η μαμά από την παραλία, μα σαν να άκουγα και τη δική μου
να μου λέει «Γιατί το ‘κανες Ιουλία;».
Μα είχα τον Αύγουστο αγκαλιά, είχα τον αδερφό μου, ήμασταν πάλι τέσσερις
κι ας ήταν για το μπλέξιμο όλο το φταίξιμο δικό μου…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ψάχνετε ακόμα ;

Φίλοι και γνωστοί !