( Γράφτηκε από την Πηνελόπη )
Κάθομαι με σκυμμένο το κεφάλι, κουνιέμαι μπρός-πίσω μπρός-πίσω.
Μάλλον θα σκέφτομαι. Τι χέρι είναι αυτό? Πλησιάζει. Χάνομαι στις γραμμές του.
Μουσική. Τρέχω στις γραμμές μιας άγνωστης παλάμης. Της ζωής, της καρδιάς του
θανάτου. Ένα χαστούκι και το μάγουλό μου πονά. Το δικό μου χέρι χαιδεύει τον πόνο.
Το δάχτυλο πιέζει το μάγουλο. Το μάγουλο πιέζει το δάχτυλο. Τσίμπιμα αργό, απαλό.
Τσίμπιμα δυνατό. Το μάγουλο ταλαντεύεται και παρασύρει το πρόσωπο απο άκρη σε
άκρη. Τώρα το τραβώ ισα με το άνοιγμα του χεριού. Μπορώ να πλάσω το προσωπό
μου. Το βγάζω και το στήνω απέναντί μου. Πιέζω με τους αντίχειρες τα φρύδια, βαθιά
προς τα πάνω.
Το μέτωπο τώρα είναι μόνο μια γραμμή. Τραβώ τη μύτη και προσθέτω
πυλό, μοιάζει με σταγόνα έτοιμη να πέσει. Στο στόμα ακουμπώ ένα μόνιμο χαμόγελο
και λίγη μαρμελάδα. Δίνω ένα φιλί στο καινούριο μου πρόσωπο, δεν είναι ωραίο μόνο
ξεχωριστό. Τα χείλη μας ενώνονται και άθελά μου αρχίζω να φυσώ. –Σαν εμπνευσμένος
θεός πιστεύω πως θα σε ζωντανέψω-. Όμως το προσωπείο φουσκώνει σαν μπαλόνι
και εγώ δεν μπορώ να ξεκολλίσω τα χείλη μου από τα δικά σου. Φυσώ με μανία.
Θέλω να φύγω. Και τότε αυτό πετά. Χορεύει συμμετρικά. Απομακρίνεται διαδοχικά.
Η μουσική φτάνει στα αυτιά μου. Φρίκη. Κοιτάζω γύρω μου. Σκιές με περικυκλώνουν.
Προσπαθώ να ξεχωρίσω τα πρόσωπα. Πλησιάζουν. Σίγουρα θα αναγνωρίσω κάποιον.
Κανείς. Οι σκιές πλησιάζουν και παραμένουν σκιές. Ανοίγω τα μάτια απότομα.
Μου πέρνει λίγα λεπτά μέχρι να δω το προσωπό της. Χαραγμένο στη μνήμη βαθιά.
-Μαμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου