(Γράφτηκε από τη Loukritia)
Τα πρώτα σημάδια της Άνοιξης είχαν κάνει πλέον την εμφάνισή τους
Τα πρώτα σημάδια της Άνοιξης είχαν κάνει πλέον την εμφάνισή τους
στη μικρή μας πόλη και πάλι. Επιτέλους ο βαρύς χειμώνας αποχώρησε
με τα κρύα, τις βροχές, τα χιόνια και τις στενάχωρες μικρές μέρες,
δίνοντας τη θέση του στις ηλιόλουστες πιο μεγάλες μέρες, με τη γλυκιά
ζέστη και το μυρωδάτο αέρα, από τα λουλούδια που είχαν αρχίσει να
ανθίζουν. Τα μαγαζιά, το ένα μετά το άλλο ανέβαζαν τα ρολά, άνοιγαν
τις πόρτες τους για να υποδεχθούν τους καθημερινούς τους πελάτες.
Όλα έδειχναν ότι μια ακόμα καινούρια μέρα άρχιζε. Έτσι και ο κύριος
Όλα έδειχναν ότι μια ακόμα καινούρια μέρα άρχιζε. Έτσι και ο κύριος
Σωτήρης έβγαζε σιγά σιγά από το μικρό pet shop που είχε, τα κλουβιά
με τα μικρά παπαγαλάκια και τα τοποθετούσε δίπλα από τη πόρτα του
καταστήματος.
χαμογελώντας ο κύριος Σωτήρης.
Εκείνα, στο άκουσμα της φωνής του άρχισαν να βγάζουν μικρές,
Εκείνα, στο άκουσμα της φωνής του άρχισαν να βγάζουν μικρές,
χαρούμενες κραυγές- φωνές. Αφού τελείωσε λοιπόν με τα εξωτερικά,
μπήκε μέσα να συνεχίσει τις υπόλοιπες καθημερινές δουλειές. Να δώσει
φαγητό και να χαϊδέψει τα γατάκια που ήταν στα σπιτάκια –κλουβιά τους,
να καθαρίσει και να αλλάξει το νερό στα καναρίνια που τον καλημέριζαν
με το μελωδικό τραγούδι τους, αλλά και να ρίξει μια ματιά στους
καινούριους συγκάτοικους που φιλοξενούσε από χτες. Δύο πανέμορφα
σκυλάκια, ένα άσπρο με μαύρες πιτσιλιές παντού, ενώ το άλλο ήταν
κατάμαυρο και στο κέντρο των πλευρών του, είχε μία άσπρη μεγάλη βούλα.
Σαν το ολόγιομο φεγγάρι τη νύχτα φάνταζε το σχέδιο αυτό. Τα δύο αδερφάκια
τα είχε φέρει μία γυναίκα, άγνωστη στον κύριο Σωτήρη χθες το μεσημέρι,
λίγο πριν κλείσει. Μάλιστα τον παρακάλεσε να τα πάρει –δεν ήθελε καν να
πληρωθεί- και «μακάρι να βρεθούν αγοραστές, ιδιαίτερα για τον φεγγαρένιο»,
-έτσι είχε ονομάσει το μαύρο σκυλάκι -του πήγαινε κουτί- είχε πει η άγνωστη
γυναίκα στον ιδιοκτήτη του pet shop όλο ενδιαφέρον. Γιατί ο Φεγγαρένιος, είχε
γεννηθεί με ένα πρόβλημα στο γοφό του, με αποτέλεσμα για όλη του τη
«σκυλίσια» ζωή να μη μπορεί να τρέξει, να πηδήξει, να σκαρφαλώσει και γενικά
να χαρεί όλες τις δραστηριότητες που κάνει ένας σκύλος. Ο ιδιοκτήτης του pet
shop δέχτηκε αλλά, –η αλήθεια είναι- όχι με μεγάλη προθυμία. Ένας σακάτης
σκύλος, δεν είναι και ότι το καλύτερο προς πώληση, ίσως και να τον χάριζε σε
κάποιον, αλλά και πάλι δεν πίστευε ότι θα τον ήθελε κάποιος. Αυτά τα χθεσινά
σκεφτόταν ο κύριος Σωτήρης καθώς έβαζε τροφή και φρέσκο νερό στον
Φεγγαρένιο και τον αδερφό του. Όταν τελείωσε, άρχισε να τακτοποιεί τα σακιά
με τις γατοτροφές που πούλαγε όταν, μπήκε ένα αγόρι, συμπαθέστατο και πολύ
ευγενικά είπε.
« Καλημέρα σας, πουλάτε σκυλάκια;»
« Φυσικά παιδί μου», απάντησε ο ιδιοκτήτης, «έλα από δω να σου δείξω».
Και οδήγησε τον μικρό μπροστά στο κλουβί με τα δυο αδερφάκια.
Ο μικρός, χάζευε τον Φεγγαρένιο, άρχισε να του μιλάει και να τον χαϊδεύει,
« Καλημέρα σας, πουλάτε σκυλάκια;»
« Φυσικά παιδί μου», απάντησε ο ιδιοκτήτης, «έλα από δω να σου δείξω».
Και οδήγησε τον μικρό μπροστά στο κλουβί με τα δυο αδερφάκια.
Ο μικρός, χάζευε τον Φεγγαρένιο, άρχισε να του μιλάει και να τον χαϊδεύει,
χωρίς να δίνει σημασία στην αναπηρία που είχε το σκυλάκι.
« Αυτό θέλω», είπε ενθουσιασμένο το μικρό αγόρι.
Παραξενεμένος ο κύριος Σωτήρης του είπε.
« Αυτό θέλω», είπε ενθουσιασμένο το μικρό αγόρι.
Παραξενεμένος ο κύριος Σωτήρης του είπε.
« Δε νομίζω ότι θες πράγματι αυτόν το σκύλο» και συνέχισε.
«Αυτός παιδί μου δε θα μπορέσει ποτέ να τρέξει και να παίξει μαζί σου όπως
όλα τα σκυλάκια. Είναι λες και κατέβηκε από το φεγγάρι, αχαχαχα»,
είπε γελώντας ο ιδιοκτήτης του pet shop.
«Αλλά αν επιμένεις, στο χαρίζω, δε θα το πάρει κανείς έτσι που είναι ανίκανο.»
Τότε, ο μικρός σήκωσε το μπατζάκι από το παντελόνι του και άφησε να
ξεπροβάλλει το αριστερό του πόδι που υποστηριζότανε από ένα μεταλλικό σίδερο.
« Όπως βλέπετε ούτε ‘γω θα μπορέσω ποτέ να τρέξω και να παίξω μαζί του,
« Όπως βλέπετε ούτε ‘γω θα μπορέσω ποτέ να τρέξω και να παίξω μαζί του,
θα ‘χει όμως κάποιον που τον καταλαβαίνει κύριε», είπε λίγο εκνευρισμένα το αγόρι.
Ο κύριος Σωτήρης τα ‘χασε στη θέα του μεταλλικού ποδιού του μικρού και το
Ο κύριος Σωτήρης τα ‘χασε στη θέα του μεταλλικού ποδιού του μικρού και το
κοροϊδευτικό του γέλιο, πήρε τη θέση της ντροπής και της αμηχανίας.
Μη βρίσκοντας τι να πει που ο μικρός τον είχε βάλει κατά κάποιο τρόπο στη θέση
Μη βρίσκοντας τι να πει που ο μικρός τον είχε βάλει κατά κάποιο τρόπο στη θέση
του, άνοιξε το κλουβί, πήρε τον Φεγγαρένιο και τον έδωσε στο αγόρι.
« Και φυσικά, θα σας πληρώσω κύριε»,
« Και φυσικά, θα σας πληρώσω κύριε»,
είπε το αγόρι κρατώντας το μικρό σκυλάκι στην αγκαλιά του.
Φεύγοντας από το pet shop ο μικρός ψιθύρισε στον καινούριο του φίλο.
« Πάμε φιλαράκο, και ‘γω απ’το φεγγάρι κατέβηκα!»
« Πάμε φιλαράκο, και ‘γω απ’το φεγγάρι κατέβηκα!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου