(Μικροί λάτρεις του αστυνομικού βιβλίου γράφουν…
Στο πλαίσιο της σειράς συναντήσεων στον Πολυχώρο, Μεταίχμιο
Εδώ: "Μια νέα περιπέτεια για τον Κλουζ")
Από τις εκδόσεις
Συκαρά
Της Δήμητρας Συκαρά
Mε
λένε Μιμή και είμαι ιδιωτική ντετέκτιβ. Μόλις σηκώθηκα από το κρεβάτι μου και
ετοιμαζόμουν πρωί πρωί να επισκεφθώ
το
αγαπημένο μου βιβλιοπωλείο: το Μεταίχμιο Παραξενευτήκατε όταν είπα ότι θα
πάω πρωί πρωί εκεί, ενώ όλα τα άλλα παιδιά πηγαίνουν σχολείο. Σήμερα λοιπόν,
για καλή μου τύχη, είναι Σάββατο και, όπως κάθε Σάββατο, το επισκέπτομαι για να
καθίσω στις αναπαυτικές καρέκλες και να αφεθώ στα βιβλία των ραφιών του.
Βγαίνοντας από το σπίτι, ένα αεράκι ψύχους τύλιξε το ζεστό
πρόσωπό μου. Η συννεφιασμένη μέρα δεν με έκανε να αλλάξω γνώμη και, ακάθεκτη,
συνέχισα τον δρόμο μου για το βιβλιοπωλείο. Όταν (επιτέλους) έφτασα, η
υπάλληλος με υποδέχτηκε με το θερμό της χαμόγελο. Της είπα ποιο βιβλίο ήθελα,
και μου το έδωσε. Πολύ καλό βιβλίο.
Ένιωθα υπέροχα. Είχα απορροφηθεί.
Ο ήχος του κουδουνιού με διέκοψε. Σήκωσα στο κεφάλι μου και
είδα να στέκεται στην πόρτα του
βιβλιοπωλείου ένας ψηλός κύριος, σαρανταπεντάρης περίπου, με ένα ύπουλο ύφος.
Στην αρχή δεν έδωσα σημασία και αφέθηκα ξανά στο βιβλίο μου. Κάποια στιγμή ο
κύριος ρώτησε την υπάλληλο κάτι τόσο σιγά, που δεν άκουγα τίποτα.
Είχε βραδιάσει όταν ο μυστήριος τύπος έφυγε τελικά με άδεια
χέρια. Είχε έρθει η ώρα κι εγώ να αφήσω στη μέση το βιβλίο μου. Όπως
κατευθυνόμουν προς την πόρτα, ρώτησα την υπάλληλο, από περιέργεια, τι ακριβώς την είχε ρωτήσει ο
κύριος. «Ήθελε να μάθε για τους αρχαιολογικούς χώρους της Αθήνας», μου
απάντησε. Την καληνύχτισα κι έφυγα ήσυχα ήσυχα.
Νωρίς την άλλη μέρα χτύπησε το τηλέφωνο. Πετάχτηκα από το
κρεβάτι κι άκουσα έντρομη τη φωνή της υπαλλήλου του Μεταίχμιο να μου φωνάζει να
πάω αμέσως εκεί. Έτρεξα κι όταν έφτασα, τι να δω; Ένα παράθυρο σπασμένο. Άρχισε
να μου εξηγεί: «Το βράδυ που έφυγα ήταν όλα ήσυχα κι ωραία. Μάλιστα, ο ίδιος ο
ιδιοκτήτης έκατσε ως αργά.